κοτρόνι

κοτρόνι
το
λίθος, πέτρα.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • κοτρόνα — η μεγεθυντικό του κοτρόνι μεγάλο κοτρόνι …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Αφίδναι/-ες — Μία από τις δώδεκα αρχικές πόλεις που ιδρύθηκαν στην Αττική από τον μυθικό βασιλιά Κέκροπα. Κατά την άλλη παράδοση, στις Α. υπάρχει και τύπος Άφιδνα– είχε κρύψει ο Θησέας την Ελένη της Σπάρτης. Την ανακάλυψαν και τη γύρισαν στην πόλη της τα… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”